Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερκηλέω
ὑπερκλύζω
ὑπέρκλυσις
ὑπερκολακεύω
ὑπερκομίζω
ὑπέρκομπος
ὑπέρκοπος
ὑπερκοπόω
ὑπερκορέννυμι
ὑπερκορής
ὑπερκορύφωσις
ὑπερκόσμιος
ὑπέρκοτος
ὑπερκράζω
ὑπερκρατέω
ὑπερκρεμάννυμι
ὑπερκρίνομαι
ὑπέρκρισις
ὑπερκτάομαι
ὑπερκυάνεος
ὑπερκυβιστάω
View word page
ὑπερκορύφωσις
projecting point

ShortDef

projecting point

Debugging

Headword:
ὑπερκορύφωσις
Headword (normalized):
ὑπερκορύφωσις
Headword (normalized/stripped):
υπερκορυφωσις
IDX:
91087
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91088
Key:

Data

{'content': 'projecting point'}