Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερκάμνω
ὑπερκαρπέω
ὑπερκαταβαίνω
ὑπερκαταβακχεύω
ὑπερκαταγέλαστος
ὑπερκατάκειμαι
ὑπερκατάληκτος
ὑπερκατεργάζομαι
ὑπερκατηφής
ὑπέρκαυσις
ὑπερκαχλάζω
ὑπέρκειμαι
ὑπερκενόω
ὑπερκένωσις
ὑπερκέρασις
ὑπερκεράω
ὑπέρκερως
ὑπερκέφαλα
ὑπερκηλέω
ὑπερκλύζω
ὑπέρκλυσις
View word page
ὑπερκαχλάζω
to run bubbling over

ShortDef

to run bubbling over

Debugging

Headword:
ὑπερκαχλάζω
Headword (normalized):
ὑπερκαχλάζω
Headword (normalized/stripped):
υπερκαχλαζω
IDX:
91069
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91070
Key:

Data

{'content': 'to run bubbling over'}