Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπερθύριον
ὑπερθυρόω
ὑπερθύω
ὑπεριάστιος
ὑπεριάχω
ὑπεριδρύω
ὑπεριζάνω
ὑπερίημι
ὑπερικταίνομαι
ὑπερικταίνοντο
ὑπερινάω
ὑπερίνησις
ὑπέρινος
Ὑπεριονίδας
Ὑπεριονίδης
ὑπερισθμίζω
ὑπερίσταμαι
ὑπερίστιον
ὑπερίστωρ
ὑπέρισχνος
ὑπερίσχυρος
View word page
ὑπερινάω
purge violently
ShortDef
purge violently
Debugging
Headword:
ὑπερινάω
Headword (normalized):
ὑπερινάω
Headword (normalized/stripped):
υπεριναω
IDX:
91033
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91034
Key:
Data
{'content': 'purge violently'}