Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερθετικός
ὑπέρθετος
ὑπερθέω
ὑπερθνῄσκω
ὑπερθρασύνομαι
ὑπερθρησκεύω
ὑπερθρῴσκω
ὑπερθυμόομαι
ὑπέρθυμος
ὑπερθύριον
ὑπερθυρόω
ὑπερθύω
ὑπεριάστιος
ὑπεριάχω
ὑπεριδρύω
ὑπεριζάνω
ὑπερίημι
ὑπερικταίνομαι
ὑπερικταίνοντο
ὑπερινάω
ὑπερίνησις
View word page
ὑπερθυρόω
provide with a ὑπέρθυρον

ShortDef

provide with a ὑπέρθυρον

Debugging

Headword:
ὑπερθυρόω
Headword (normalized):
ὑπερθυρόω
Headword (normalized/stripped):
υπερθυροω
IDX:
91024
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91025
Key:

Data

{'content': 'provide with a ὑπέρθυρον'}