Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπερθεμιστοκλῆς
ὕπερθεν
ὑπέρθεος
ὑπερθεραπεύω
ὑπερθερμαίνω
ὑπερθερμασία
ὑπέρθερμος
ὑπέρθεσις
ὑπέρθεσμος
ὑπερθετέον
ὑπερθετικός
ὑπέρθετος
ὑπερθέω
ὑπερθνῄσκω
ὑπερθρασύνομαι
ὑπερθρησκεύω
ὑπερθρῴσκω
ὑπερθυμόομαι
ὑπέρθυμος
ὑπερθύριον
ὑπερθυρόω
View word page
ὑπερθετικός
superlative
ShortDef
superlative
Debugging
Headword:
ὑπερθετικός
Headword (normalized):
ὑπερθετικός
Headword (normalized/stripped):
υπερθετικος
IDX:
91014
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91015
Key:
Data
{'content': 'superlative'}