Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀντιποιέω
ἀντιποίησις
ἀντίποινα
ἀντίποινος
ἀντιπολεμέω
ἀντιπολέμιος
ἀντιπολίζω
ἀντιπολιορκέω
ἀντίπολις
ἀντιπολιτεία
ἀντιπολιτεύομαι
ἀντιπονέομαι
ἀντίπονον
ἀντιπορεία
ἀντιπορεῖν
ἀντιπορεύομαι
ἀντιπορθέω
ἀντίπορθμος
ἀντίπορος
ἀντίπορπος
ἀντίπους
View word page
ἀντιπολιτεύομαι
to be a political opponent
ShortDef
to be a political opponent
Debugging
Headword:
ἀντιπολιτεύομαι
Headword (normalized):
ἀντιπολιτεύομαι
Headword (normalized/stripped):
αντιπολιτευομαι
IDX:
9099
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9100
Key:
Data
{'content': 'to be a political opponent'}