Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερετής
ὑπερέττω
ὑπέρευ
ὑπερευγενής
ὑπερεύγομαι
ὑπερευδαιμονέω
ὑπερευδαίμων
ὑπερευδοκέομαι
ὑπερευδοκιμέω
ὑπερευήθης
ὑπερευθύμως
ὑπερευκαιρέω
ὑπερευλαβέομαι
ὑπερευπρεπῶς
ὑπερεύρεμα
ὑπερευρίσκω
ὑπερευρύβατος
ὑπερευτυχής
ὑπερευτυχία
ὑπερευφραίνω
ὑπερευχαριστέω
View word page
ὑπερευθύμως
very confidently

ShortDef

very confidently

Debugging

Headword:
ὑπερευθύμως
Headword (normalized):
ὑπερευθύμως
Headword (normalized/stripped):
υπερευθυμως
IDX:
90948
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90949
Key:

Data

{'content': 'very confidently'}