Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερεπαίρω
ὑπερέπαρσις
ὑπερεπείγω
ὑπερεπιθυμέω
ὑπερεπικλίνω
ὑπερεπιστήμων
ὑπερεπιτατικός
ὑπερεπιτείνω
ὑπερέπτω
ὑπερέραμαι
ὑπερερρωμένως
ὑπερέρυθρος
ὑπερέρχομαι
ὑπερεσθίω
ὑπερετής
ὑπερέττω
ὑπέρευ
ὑπερευγενής
ὑπερεύγομαι
ὑπερευδαιμονέω
ὑπερευδαίμων
View word page
ὑπερερρωμένως
very vigorously

ShortDef

very vigorously

Debugging

Headword:
ὑπερερρωμένως
Headword (normalized):
ὑπερερρωμένως
Headword (normalized/stripped):
υπερερρωμενως
IDX:
90934
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90935
Key:

Data

{'content': 'very vigorously'}