Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερένδοξος
ὑπερενιαυτίζω
ὑπερενόομαι
ὑπερεντελής
ὑπερεντρυφάω
ὑπερεντυγχάνω
ὑπερένωσις
ὑπερεξαίρω
ὑπερεξακισχίλιοι
ὑπερεξανθέω
ὑπερεξάπτω
ὑπερεξέχω
ὑπερεξηκοντέτης
ὑπέρεξις
ὑπερέξοχος
ὑπερεπαινέω
ὑπερεπαίρω
ὑπερέπαρσις
ὑπερεπείγω
ὑπερεπιθυμέω
ὑπερεπικλίνω
View word page
ὑπερεξάπτω
kindle above measure

ShortDef

kindle above measure

Debugging

Headword:
ὑπερεξάπτω
Headword (normalized):
ὑπερεξάπτω
Headword (normalized/stripped):
υπερεξαπτω
IDX:
90918
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90919
Key:

Data

{'content': 'kindle above measure'}