Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερεκλάμπω
ὑπερεκπερισσοῦ
ὑπερεκπίπτω
ὑπερεκπλήσσω
ὑπερέκπτωσις
ὑπερεκτείνω
ὑπερεκτίνω
ὑπερέκτισις
ὑπερεκτρέπομαι
ὑπερεκφεύγω
ὑπερεκφρύττω
ὑπερεκχέω
ὑπερεκχύνομαι
ὑπερέκχυσις
ὑπερελαύνω
ὑπερέλαφρος
ὑπερελίσσω
ὑπερεμέω
ὑπερεμπίπλημι
ὑπερεμφορέομαι
ὑπερένδοξος
View word page
ὑπερεκφρύττω
dry up

ShortDef

dry up

Debugging

Headword:
ὑπερεκφρύττω
Headword (normalized):
ὑπερεκφρύττω
Headword (normalized/stripped):
υπερεκφρυττω
IDX:
90898
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90899
Key:

Data

{'content': 'dry up'}