Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερδυναστεύω
ὑπερδώριος
ὑπερεβδομηκονταέτης
ὑπερεγγυάω
ὑπερεγρήγορα
ὑπερέγχριστος
ὑπερεθίζω
ὑπέρεια
ὑπερείδεος
ὑπερείδω
ὑπερείη
ὑπέρεικος
ὑπερείκω
ὑπέρειμι
ὑπερειπεῖν
ὑπερείπω
ὑπέρεισις
ὑπέρεισμα
ὑπερεισοδιάζω
ὑπερειστικός
ὑπερεκβλύζω
View word page
ὑπερείη
high-land

ShortDef

high-land

Debugging

Headword:
ὑπερείη
Headword (normalized):
ὑπερείη
Headword (normalized/stripped):
υπερειη
IDX:
90872
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90873
Key:

Data

{'content': 'high-land'}