Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπέρδριμυς
ὑπερδύναμος
ὑπερδυναστεύω
ὑπερδώριος
ὑπερεβδομηκονταέτης
ὑπερεγγυάω
ὑπερεγρήγορα
ὑπερέγχριστος
ὑπερεθίζω
ὑπέρεια
ὑπερείδεος
ὑπερείδω
ὑπερείη
ὑπέρεικος
ὑπερείκω
ὑπέρειμι
ὑπερειπεῖν
ὑπερείπω
ὑπέρεισις
ὑπέρεισμα
ὑπερεισοδιάζω
View word page
ὑπερείδεος
above species

ShortDef

above species

Debugging

Headword:
ὑπερείδεος
Headword (normalized):
ὑπερείδεος
Headword (normalized/stripped):
υπερειδεος
IDX:
90870
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90871
Key:

Data

{'content': 'above species'}