Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερδικάζω
ὑπερδικαιόω
ὑπερδικέω
ὑπέρδικος
ὑπερδισκεύω
ὑπερδισύλλαβος
ὑπερδιψάω
ὑπέρδιψος
ὑπερδοκέω
ὑπερδομέομαι
ὑπέρδουλος
ὑπέρδριμυς
ὑπερδύναμος
ὑπερδυναστεύω
ὑπερδώριος
ὑπερεβδομηκονταέτης
ὑπερεγγυάω
ὑπερεγρήγορα
ὑπερέγχριστος
ὑπερεθίζω
ὑπέρεια
View word page
ὑπέρδουλος
a slave and more

ShortDef

a slave and more

Debugging

Headword:
ὑπέρδουλος
Headword (normalized):
ὑπέρδουλος
Headword (normalized/stripped):
υπερδουλος
IDX:
90859
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90860
Key:

Data

{'content': 'a slave and more'}