Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερδίδωμι
ὑπερδικάζω
ὑπερδικαιόω
ὑπερδικέω
ὑπέρδικος
ὑπερδισκεύω
ὑπερδισύλλαβος
ὑπερδιψάω
ὑπέρδιψος
ὑπερδοκέω
ὑπερδομέομαι
ὑπέρδουλος
ὑπέρδριμυς
ὑπερδύναμος
ὑπερδυναστεύω
ὑπερδώριος
ὑπερεβδομηκονταέτης
ὑπερεγγυάω
ὑπερεγρήγορα
ὑπερέγχριστος
ὑπερεθίζω
View word page
ὑπερδομέομαι
to be built over

ShortDef

to be built over

Debugging

Headword:
ὑπερδομέομαι
Headword (normalized):
ὑπερδομέομαι
Headword (normalized/stripped):
υπερδομεομαι
IDX:
90858
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90859
Key:

Data

{'content': 'to be built over'}