Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερδεκατάλαντος
ὑπερδέξιος
ὑπερδέω
ὑπερδιαζεύγνυμαι
ὑπερδιαθήκη
ὑπερδιάτασις
ὑπερδιατείνω
ὑπερδιαφορέομαι
ὑπερδίδωμι
ὑπερδικάζω
ὑπερδικαιόω
ὑπερδικέω
ὑπέρδικος
ὑπερδισκεύω
ὑπερδισύλλαβος
ὑπερδιψάω
ὑπέρδιψος
ὑπερδοκέω
ὑπερδομέομαι
ὑπέρδουλος
ὑπέρδριμυς
View word page
ὑπερδικαιόω
punish with severity

ShortDef

punish with severity

Debugging

Headword:
ὑπερδικαιόω
Headword (normalized):
ὑπερδικαιόω
Headword (normalized/stripped):
υπερδικαιοω
IDX:
90850
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90851
Key:

Data

{'content': 'punish with severity'}