Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερδεκαπλάσιος
ὑπερδεκατάλαντος
ὑπερδέξιος
ὑπερδέω
ὑπερδιαζεύγνυμαι
ὑπερδιαθήκη
ὑπερδιάτασις
ὑπερδιατείνω
ὑπερδιαφορέομαι
ὑπερδίδωμι
ὑπερδικάζω
ὑπερδικαιόω
ὑπερδικέω
ὑπέρδικος
ὑπερδισκεύω
ὑπερδισύλλαβος
ὑπερδιψάω
ὑπέρδιψος
ὑπερδοκέω
ὑπερδομέομαι
ὑπέρδουλος
View word page
ὑπερδικάζω
vindicate, defend

ShortDef

vindicate, defend

Debugging

Headword:
ὑπερδικάζω
Headword (normalized):
ὑπερδικάζω
Headword (normalized/stripped):
υπερδικαζω
IDX:
90849
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90850
Key:

Data

{'content': 'vindicate, defend'}