Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερδαπάνημα
ὑπέρδασυς
ὑπερδεής
ὑπερδείδω
ὑπερδειμαίνω
ὑπέρδεινος
ὑπερδειπνέω
ὑπερδεκαπλάσιος
ὑπερδεκατάλαντος
ὑπερδέξιος
ὑπερδέω
ὑπερδιαζεύγνυμαι
ὑπερδιαθήκη
ὑπερδιάτασις
ὑπερδιατείνω
ὑπερδιαφορέομαι
ὑπερδίδωμι
ὑπερδικάζω
ὑπερδικαιόω
ὑπερδικέω
ὑπέρδικος
View word page
ὑπερδέω
to bind over

ShortDef

to bind over

Debugging

Headword:
ὑπερδέω
Headword (normalized):
ὑπερδέω
Headword (normalized/stripped):
υπερδεω
IDX:
90842
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90843
Key:

Data

{'content': 'to bind over'}