Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὕπεργος
ὑπεργραφή
ὑπεργράφω
ὑπερδάκνω
ὑπερδαπάνημα
ὑπέρδασυς
ὑπερδεής
ὑπερδείδω
ὑπερδειμαίνω
ὑπέρδεινος
ὑπερδειπνέω
ὑπερδεκαπλάσιος
ὑπερδεκατάλαντος
ὑπερδέξιος
ὑπερδέω
ὑπερδιαζεύγνυμαι
ὑπερδιαθήκη
ὑπερδιάτασις
ὑπερδιατείνω
ὑπερδιαφορέομαι
ὑπερδίδωμι
View word page
ὑπερδειπνέω
feast immoderately

ShortDef

feast immoderately

Debugging

Headword:
ὑπερδειπνέω
Headword (normalized):
ὑπερδειπνέω
Headword (normalized/stripped):
υπερδειπνεω
IDX:
90838
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90839
Key:

Data

{'content': 'feast immoderately'}