Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπεργέλοιος
ὑπεργεμίζω
ὑπεργέμω
ὑπεργεννάομαι
ὑπεργηράω
ὑπέργηρως
ὑπεργίγνομαι
ὑπεργνήσιος
ὑπέργομος
ὕπεργος
ὑπεργραφή
ὑπεργράφω
ὑπερδάκνω
ὑπερδαπάνημα
ὑπέρδασυς
ὑπερδεής
ὑπερδείδω
ὑπερδειμαίνω
ὑπέρδεινος
ὑπερδειπνέω
ὑπερδεκαπλάσιος
View word page
ὑπεργραφή
alteration

ShortDef

alteration

Debugging

Headword:
ὑπεργραφή
Headword (normalized):
ὑπεργραφή
Headword (normalized/stripped):
υπεργραφη
IDX:
90829
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90830
Key:

Data

{'content': 'alteration'}