Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπεργανάει
ὑπεργάνυμαι
ὑπέργειος
ὑπεργέλοιος
ὑπεργεμίζω
ὑπεργέμω
ὑπεργεννάομαι
ὑπεργηράω
ὑπέργηρως
ὑπεργίγνομαι
ὑπεργνήσιος
ὑπέργομος
ὕπεργος
ὑπεργραφή
ὑπεργράφω
ὑπερδάκνω
ὑπερδαπάνημα
ὑπέρδασυς
ὑπερδεής
ὑπερδείδω
ὑπερδειμαίνω
View word page
ὑπεργνήσιος
really genuine

ShortDef

really genuine

Debugging

Headword:
ὑπεργνήσιος
Headword (normalized):
ὑπεργνήσιος
Headword (normalized/stripped):
υπεργνησιος
IDX:
90826
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90827
Key:

Data

{'content': 'really genuine'}