Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερβιβάζω
ὑπερβιβασμός
ὑπερβιβαστέον
ὑπερβίη
ὑπέρβιος
ὑπερβιόω
ὑπερβλαστάνω
ὑπερβλαστής
ὑπερβλέπω
ὑπερβλήδην
ὑπέρβλημα
ὑπερβλύζω
ὑπέρβλυσις
ὑπερβοάω
ὑπερβολάδην
ὑπερβολαῖος
ὑπερβολή
ὑπερβολικός
ὑπερβόλιμος
ὑπερβόλιον
Ὑπέρβολος
View word page
ὑπέρβλημα
portion of an area projecting beyond

ShortDef

portion of an area projecting beyond

Debugging

Headword:
ὑπέρβλημα
Headword (normalized):
ὑπέρβλημα
Headword (normalized/stripped):
υπερβλημα
IDX:
90800
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90801
Key:

Data

{'content': 'portion of an area projecting beyond'}