Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπέρβασις
ὑπερβατέον
ὑπερβατήριος
ὑπερβατικός
ὑπερβατόν
ὑπερβατός
ὑπερβεβλημένως
ὑπερβιάζομαι
ὑπερβίαιος
ὑπερβιβάζω
ὑπερβιβασμός
ὑπερβιβαστέον
ὑπερβίη
ὑπέρβιος
ὑπερβιόω
ὑπερβλαστάνω
ὑπερβλαστής
ὑπερβλέπω
ὑπερβλήδην
ὑπέρβλημα
ὑπερβλύζω
View word page
ὑπερβιβασμός
transposition

ShortDef

transposition

Debugging

Headword:
ὑπερβιβασμός
Headword (normalized):
ὑπερβιβασμός
Headword (normalized/stripped):
υπερβιβασμος
IDX:
90791
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90792
Key:

Data

{'content': 'transposition'}