Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπεραχθής
ὑπεράχθομαι
ὑπερβάθμιος
ὑπερβαίνω
ὑπερβακχεύω
ὑπερβαλλόντως
ὑπερβάλλω
ὑπερβαρέω
ὑπερβαρής
ὑπερβασία
ὑπερβασίη
ὑπέρβασις
ὑπερβατέον
ὑπερβατήριος
ὑπερβατικός
ὑπερβατόν
ὑπερβατός
ὑπερβεβλημένως
ὑπερβιάζομαι
ὑπερβίαιος
ὑπερβιβάζω
View word page
ὑπερβασίη
transgression, violence

ShortDef

transgression, violence

Debugging

Headword:
ὑπερβασίη
Headword (normalized):
ὑπερβασίη
Headword (normalized/stripped):
υπερβασιη
IDX:
90780
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90781
Key:

Data

{'content': 'transgression, violence'}