Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπέραυχος
ὑπεραφρίζω
ὑπεραχθής
ὑπεράχθομαι
ὑπερβάθμιος
ὑπερβαίνω
ὑπερβακχεύω
ὑπερβαλλόντως
ὑπερβάλλω
ὑπερβαρέω
ὑπερβαρής
ὑπερβασία
ὑπερβασίη
ὑπέρβασις
ὑπερβατέον
ὑπερβατήριος
ὑπερβατικός
ὑπερβατόν
ὑπερβατός
ὑπερβεβλημένως
ὑπερβιάζομαι
View word page
ὑπερβαρής
exceedingly heavy

ShortDef

exceedingly heavy

Debugging

Headword:
ὑπερβαρής
Headword (normalized):
ὑπερβαρής
Headword (normalized/stripped):
υπερβαρης
IDX:
90778
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90779
Key:

Data

{'content': 'exceedingly heavy'}