Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπέραρσις
ὑπεραρτάω
ὑπεραρχαῖος
ὑπεράρχιος
ὑπερασθενής
ὑπερασθμαίνω
ὑπέρασθμος
ὑπερασμενίζω
ὑπερασπάζομαι
ὑπερασπίζω
ὑπερασπισμός
ὑπερασπιστής
ὑπεράστειος
ὑπεραστράπτω
ὑπεραστρονομέω
ὑπερασχάλλω
ὑπερασχημονέω
ὑπεράτοπος
ὑπεραττικίζω
ὑπεραττικός
ὑπεραυαίνω
View word page
ὑπερασπισμός
a covering with a shield, protection
ShortDef
a covering with a shield, protection
Debugging
Headword:
ὑπερασπισμός
Headword (normalized):
ὑπερασπισμός
Headword (normalized/stripped):
υπερασπισμος
IDX:
90748
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90749
Key:
Data
{'content': 'a covering with a shield, protection'}