Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπεραποκρίνομαι
ὑπεραπόλλυμι
ὑπεραπολογέομαι
ὑπεραπόφασις
ὑπεραποφατικός
ὑπεραποχράω
ὑπεραραιόομαι
ὑπεραρέσκω
ὑπεράριθμος
ὑπεραρπάζομαι
ὑπεραρρωδέω
ὑπέραρσις
ὑπεραρτάω
ὑπεραρχαῖος
ὑπεράρχιος
ὑπερασθενής
ὑπερασθμαίνω
ὑπέρασθμος
ὑπερασμενίζω
ὑπερασπάζομαι
ὑπερασπίζω
View word page
ὑπεραρρωδέω
to be exceeding afraid

ShortDef

to be exceeding afraid

Debugging

Headword:
ὑπεραρρωδέω
Headword (normalized):
ὑπεραρρωδέω
Headword (normalized/stripped):
υπεραρρωδεω
IDX:
90737
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90738
Key:

Data

{'content': 'to be exceeding afraid'}