Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπεράκριος
ὑπέρακρος
ὑπεράλγεινος
ὑπεραλγέω
ὑπεραλγής
ὑπεραλγύνω
ὑπεραλκής
ὑπεράλλομαι
ὑπέραλλος
ὑπέραλμα
ὑπεράλπειος
ὑπεράλπιος
ὑπεραμπέχω
ὑπεραμφισβητέω
ὑπεραναβαίνω
ὑπεραναιδεύομαι
ὑπεραναίσχυντος
ὑπερανάκειμαι
ὑπεραναλίσκω
ὑπερανατείνομαι
ὑπερανατίθεμαι
View word page
ὑπεράλπειος
transalpine

ShortDef

transalpine

Debugging

Headword:
ὑπεράλπειος
Headword (normalized):
ὑπεράλπειος
Headword (normalized/stripped):
υπεραλπειος
IDX:
90701
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90702
Key:

Data

{'content': 'transalpine'}