Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπεραιόλιος
ὑπεραίρω
ὑπεραίσιος
ὑπέραισχρος
ὑπεραισχύνομαι
ὑπεραίτιος
ὑπεραιώνιος
ὑπεραιωρέομαι
ὑπεραιωρέω
ὑπερακμάζω
ὑπέρακμος
ὑπερακοντίζω
ὑπερακούω
ὑπερακρατής
ὑπερακριβής
ὑπερακρίζω
ὑπεράκριος
ὑπέρακρος
ὑπεράλγεινος
ὑπεραλγέω
ὑπεραλγής
View word page
ὑπέρακμος
past the bloom of youth

ShortDef

past the bloom of youth

Debugging

Headword:
ὑπέρακμος
Headword (normalized):
ὑπέρακμος
Headword (normalized/stripped):
υπερακμος
IDX:
90685
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90686
Key:

Data

{'content': 'past the bloom of youth'}