Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπεξουσιότης
ὑπεπιστατέω
ὑπεπιστάτης
ὑπέρ
ὑπέρα
ὑπεραβέλτερος
ὑπεράγαθος
ὑπεράγαμαι
ὑπεραγανακτέω
ὑπεραγαπάω
ὑπεράγνοια
ὑπέραγνος
ὑπεραγόντως
ὑπεραγρυπνέω
ὑπεράγω
ὑπεραγωνιάω
ὑπεραγωνίζομαι
ὑπεραείρω
ὑπεραής
ὑπέραθλος
ὑπεραιδέομαι
View word page
ὑπεράγνοια
utter ignorance

ShortDef

utter ignorance

Debugging

Headword:
ὑπεράγνοια
Headword (normalized):
ὑπεράγνοια
Headword (normalized/stripped):
υπεραγνοια
IDX:
90661
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90662
Key:

Data

{'content': 'utter ignorance'}