Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπεξαναβαίνω
ὑπεξανάγομαι
ὑπεξαναδύομαι
ὑπεξαναδύω
ὑπεξανίσταμαι
ὑπεξαντλέω
ὑπεξάπτω
ὑπεξαφύομαι
ὑπέξειμι
ὑπεξελαύνω
ὑπεξέλευσις
ὑπεξερεύγω
ὑπεξερύω
ὑπεξέρχομαι
ὑπεξέχω
ὑπεξηγητικός
ὑπεξίστημι
ὑπέξοδος
ὑπεξούσιος
ὑπεξουσιότης
ὑπεπιστατέω
View word page
ὑπεξέλευσις
punishment
ShortDef
punishment
Debugging
Headword:
ὑπεξέλευσις
Headword (normalized):
ὑπεξέλευσις
Headword (normalized/stripped):
υπεξελευσις
IDX:
90642
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90643
Key:
Data
{'content': 'punishment'}