Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπεξαίρω
ὑπεξακρίζω
ὑπεξαλέασθαι
ὑπεξάλυξις
ὑπεξαναβαίνω
ὑπεξανάγομαι
ὑπεξαναδύομαι
ὑπεξαναδύω
ὑπεξανίσταμαι
ὑπεξαντλέω
ὑπεξάπτω
ὑπεξαφύομαι
ὑπέξειμι
ὑπεξελαύνω
ὑπεξέλευσις
ὑπεξερεύγω
ὑπεξερύω
ὑπεξέρχομαι
ὑπεξέχω
ὑπεξηγητικός
ὑπεξίστημι
View word page
ὑπεξάπτω
kindle secretly

ShortDef

kindle secretly

Debugging

Headword:
ὑπεξάπτω
Headword (normalized):
ὑπεξάπτω
Headword (normalized/stripped):
υπεξαπτω
IDX:
90638
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90639
Key:

Data

{'content': 'kindle secretly'}