Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπεμνήμυκε
ὑπεμπίπρημι
ὑπεμφαίνω
ὑπεναντιολογία
ὑπεναντιόομαι
ὑπεναντίος
ὑπεναντιότης
ὑπεναντίωμα
ὑπεναντίωσις
ὑπενδίδωμι
ὑπένδυμα
ὑπενδύω
ὑπένειμι
ὑπένερθε
ὑπεννοέω
ὑπεξάγω
ὑπεξαγωγή
ὑπεξαείρω
ὑπεξαίρεσις
ὑπεξαιρετέος
ὑπεξαίρετος
View word page
ὑπένδυμα
an undergarment
ShortDef
an undergarment
Debugging
Headword:
ὑπένδυμα
Headword (normalized):
ὑπένδυμα
Headword (normalized/stripped):
υπενδυμα
IDX:
90616
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90617
Key:
Data
{'content': 'an undergarment'}