Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπεκκρίνομαι
ὑπεκλαμβάνω
ὑπεκλείπω
ὑπέκλυσις
ὑπεκλύω
ὑπεκπέμπω
ὑπεκπεράω
ὑπεκπηδάω
ὑπεκπίπτω
ὑπεκπλέω
ὑπεκπνέω
ὑπεκπονέω
ὑπεκπρό
ὑπεκπροθέω
ὑπεκπροθρῴσκω
ὑπεκπρολύω
ὑπεκπρορέω
ὑπεκπροτάμνω
ὑπεκπροφεύγω
ὑπεκπροχέομαι
ὑπέκπυρος
View word page
ὑπεκπνέω
exhale
ShortDef
exhale
Debugging
Headword:
ὑπεκπνέω
Headword (normalized):
ὑπεκπνέω
Headword (normalized/stripped):
υπεκπνεω
IDX:
90562
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90563
Key:
Data
{'content': 'exhale'}