Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντιπεριειλέομαι
ἀντιπερίειμι
ἀντιπεριέλκω
ἀντιπεριηχέω
ἀντιπεριΐστημι
ἀντιπεριλαμβάνω
ἀντιπεριπλέω
ἀντιπεριποιέομαι
ἀντιπεριποιητικός
ἀντιπερίσπασμα
ἀντιπερισπασμός
ἀντιπερισπαστός
ἀντιπερισπάω
ἀντιπερίστασις
ἀντιπεριστροφή
ἀντιπερισχίζομαι
ἀντιπεριφορά
ἀντιπεριχωρέω
ἀντιπεριψύχω
ἀντιπεριωθέω
ἀντιπέσσομαι
View word page
ἀντιπερισπασμός
diversion

ShortDef

diversion

Debugging

Headword:
ἀντιπερισπασμός
Headword (normalized):
ἀντιπερισπασμός
Headword (normalized/stripped):
αντιπερισπασμος
IDX:
9053
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9054
Key:

Data

{'content': 'diversion'}