Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντιπεριαγωγή
ἀντιπεριβάλλω
ἀντιπεριειλέομαι
ἀντιπερίειμι
ἀντιπεριέλκω
ἀντιπεριηχέω
ἀντιπεριΐστημι
ἀντιπεριλαμβάνω
ἀντιπεριπλέω
ἀντιπεριποιέομαι
ἀντιπεριποιητικός
ἀντιπερίσπασμα
ἀντιπερισπασμός
ἀντιπερισπαστός
ἀντιπερισπάω
ἀντιπερίστασις
ἀντιπεριστροφή
ἀντιπερισχίζομαι
ἀντιπεριφορά
ἀντιπεριχωρέω
ἀντιπεριψύχω
View word page
ἀντιπεριποιητικός
expressive of a claim

ShortDef

expressive of a claim

Debugging

Headword:
ἀντιπεριποιητικός
Headword (normalized):
ἀντιπεριποιητικός
Headword (normalized/stripped):
αντιπεριποιητικος
IDX:
9051
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9052
Key:

Data

{'content': 'expressive of a claim'}