Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπαφανίζω
ὑπαφίσταμαι
ὑπαφρίζω
ὕπαφρος
ὑπάφρων
ὑπάφωνος
ὑπαχλύνομαι
ὑπέγγυος
ὑπεγείρω
ὑπέγκειμαι
ὑπεγκλίνω
ὑπεγχέω
ὑπειδόμην
ὑπεικτέον
ὑπεικτέος
ὑπεικτικός
ὑπείκω
ὑπειλέομαι
ὑπείλλω
ὕπειμι
ὕπειμι2
View word page
ὑπεγκλίνω
turn a little
ShortDef
turn a little
Debugging
Headword:
ὑπεγκλίνω
Headword (normalized):
ὑπεγκλίνω
Headword (normalized/stripped):
υπεγκλινω
IDX:
90508
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90509
Key:
Data
{'content': 'turn a little'}