Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπατικός
ὑπατμίζω
ὑπατμισμός
ὑπατοειδής
ὑπάτοπος
ὕπατος
ὑπαττικός
ὑπάτυφος
ὑπαυγάζω
ὑπαυγή
ὕπαυγος
ὑπαυλέω
ὕπαυλις
ὑπαυλισμός
ὕπαυλος
ὑπαυστηρός
ὑπαυχένιος
ὑπαύχενον
ὑπαφανίζω
ὑπαφίσταμαι
ὑπαφρίζω
View word page
ὕπαυγος
within

ShortDef

within

Debugging

Headword:
ὕπαυγος
Headword (normalized):
ὕπαυγος
Headword (normalized/stripped):
υπαυγος
IDX:
90490
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90491
Key:

Data

{'content': 'within'}