Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπασθενέω
ὑπασπίδιος
ὑπασπίζω
ὑπασπιστήρ
ὑπασπιστής
ὑπαστράπτω
ὕπαστρος
ὑπασχολέομαι
ὑπασώδης
ὑπατεία
ὑπατεύω
Ὑπάτη
ὑπάτη
ὑπατικός
ὑπατμίζω
ὑπατμισμός
ὑπατοειδής
ὑπάτοπος
ὕπατος
ὑπαττικός
ὑπάτυφος
View word page
ὑπατεύω
to be consul

ShortDef

to be consul

Debugging

Headword:
ὑπατεύω
Headword (normalized):
ὑπατεύω
Headword (normalized/stripped):
υπατευω
IDX:
90477
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90478
Key:

Data

{'content': 'to be consul'}