Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπαρωματίζω
ὑπασθενέω
ὑπασπίδιος
ὑπασπίζω
ὑπασπιστήρ
ὑπασπιστής
ὑπαστράπτω
ὕπαστρος
ὑπασχολέομαι
ὑπασώδης
ὑπατεία
ὑπατεύω
Ὑπάτη
ὑπάτη
ὑπατικός
ὑπατμίζω
ὑπατμισμός
ὑπατοειδής
ὑπάτοπος
ὕπατος
ὑπαττικός
View word page
ὑπατεία
the office or rank of consul, ὕπατος
ShortDef
the office or rank of consul, ὕπατος
Debugging
Headword:
ὑπατεία
Headword (normalized):
ὑπατεία
Headword (normalized/stripped):
υπατεια
IDX:
90476
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90477
Key:
Data
{'content': 'the office or rank of consul, ὕπατος'}