Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπάργιλος
ὕπαργμα
ὑπαργύρευσις
ὑπαργυρεύω
ὑπαργυρίζω
ὑπάργυρος
ὑπαργυρόω
ὑπάρδω
ὑπαρκτέον
ὑπαρκτέος
ὑπαρκτικός
ὑπάρκτιος
ὑπαρκτός
ὕπαρνος
ὕπαρξις
ὑπαρόω
ὑπάρπεζος
ὑπαρτάω
ὑπαρχεία
ὑπαρχή
ὑπαρχιτέκτων
View word page
ὑπαρκτικός
expressing existence, substantive
ShortDef
expressing existence, substantive
Debugging
Headword:
ὑπαρκτικός
Headword (normalized):
ὑπαρκτικός
Headword (normalized/stripped):
υπαρκτικος
IDX:
90452
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90453
Key:
Data
{'content': 'expressing existence, substantive'}