Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπαποτρέχω
ὑπαποψήχω
ὑπαπροσθίδιος
ὑπάπτω
ὑπάρ
ὕπαρ
ὑπαραιόω
ὑπαράσσω
ὑπάργιλος
ὕπαργμα
ὑπαργύρευσις
ὑπαργυρεύω
ὑπαργυρίζω
ὑπάργυρος
ὑπαργυρόω
ὑπάρδω
ὑπαρκτέον
ὑπαρκτέος
ὑπαρκτικός
ὑπάρκτιος
ὑπαρκτός
View word page
ὑπαργύρευσις
obaeratio
ShortDef
obaeratio
Debugging
Headword:
ὑπαργύρευσις
Headword (normalized):
ὑπαργύρευσις
Headword (normalized/stripped):
υπαργυρευσις
IDX:
90444
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90445
Key:
Data
{'content': 'obaeratio'}