Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπανέρχομαι
ὑπάνεσις
ὑπανθέω
ὑπανθηρός
ὑπανιάομαι
ὑπανίημι
ὑπανίσταμαι
ὑπανίσχω
ὑπανοίγω
ὕπαντα
ὑπαντάω
ὑπάντησις
ὑπαντητέον
ὑπαντητικός
ὑπαντήτωρ
ὑπαντιάζω
ὑπαντλέω
ὑπάντλιον
ὕπαντρος
ὑπανύσθαι
ὑπανώμαλος
View word page
ὑπαντάω
to come
ShortDef
to come
Debugging
Headword:
ὑπαντάω
Headword (normalized):
ὑπαντάω
Headword (normalized/stripped):
υπανταω
IDX:
90413
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90414
Key:
Data
{'content': 'to come'}