Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὕπανδρος
ὑπάνειμι
ὑπανέλκω
ὑπανεμόω
ὑπανερπύζω
ὑπανέρχομαι
ὑπάνεσις
ὑπανθέω
ὑπανθηρός
ὑπανιάομαι
ὑπανίημι
ὑπανίσταμαι
ὑπανίσχω
ὑπανοίγω
ὕπαντα
ὑπαντάω
ὑπάντησις
ὑπαντητέον
ὑπαντητικός
ὑπαντήτωρ
ὑπαντιάζω
View word page
ὑπανίημι
to remit
ShortDef
to remit
Debugging
Headword:
ὑπανίημι
Headword (normalized):
ὑπανίημι
Headword (normalized/stripped):
υπανιημι
IDX:
90408
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90409
Key:
Data
{'content': 'to remit'}