Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπαίτιος
ὑπακμάζω
ὑπακοή
ὑπακολουθέω
ὑπακουός
ὑπάκουσις
ὑπακουστέον
ὑπακούω
ὕπακρος
ὑπακτέον
ὑπακτικός
ὑπαλγέω
ὑπαλεαίνω
ὑπάλειμμα
ὑπάλειπτος
ὑπάλειπτρον
ὑπαλείφω
ὑπάλειψις
ὑπαλλαγή
ὑπάλλαγμα
ὑπαλλακτέον
View word page
ὑπακτικός
fit for carrying downwards, aperient, evacuant

ShortDef

fit for carrying downwards, aperient, evacuant

Debugging

Headword:
ὑπακτικός
Headword (normalized):
ὑπακτικός
Headword (normalized/stripped):
υπακτικος
IDX:
90339
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90340
Key:

Data

{'content': 'fit for carrying downwards, aperient, evacuant'}