Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὕπαιθα
ὑπαίθριος
ὕπαιθρος
ὑπαίθω
ὑπαινίσσομαι
ὑπαισθάνομαι
ὑπαΐσσω
ὑπαισχύνομαι
ὑπαίτιος
ὑπακμάζω
ὑπακοή
ὑπακολουθέω
ὑπακουός
ὑπάκουσις
ὑπακουστέον
ὑπακούω
ὕπακρος
ὑπακτέον
ὑπακτικός
ὑπαλγέω
ὑπαλεαίνω
View word page
ὑπακοή
obedience

ShortDef

obedience

Debugging

Headword:
ὑπακοή
Headword (normalized):
ὑπακοή
Headword (normalized/stripped):
υπακοη
IDX:
90331
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90332
Key:

Data

{'content': 'obedience'}