Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπάγροικος
ὑπάγρυπνος
ὑπάγω
ὑπαγωγεύς
ὑπαγωγή
ὑπαγωγικός
ὑπαγωγός
ὑπαγωνιάω
ὑπᾴδω
ὑπαείδω
ὑπαέριος
ὑπάετος
ὑπαιδέομαι
ὑπαΐδιος
ὕπαιθα
ὑπαίθριος
ὕπαιθρος
ὑπαίθω
ὑπαινίσσομαι
ὑπαισθάνομαι
ὑπαΐσσω
View word page
ὑπαέριος
living in the air

ShortDef

living in the air

Debugging

Headword:
ὑπαέριος
Headword (normalized):
ὑπαέριος
Headword (normalized/stripped):
υπαεριος
IDX:
90317
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90318
Key:

Data

{'content': 'living in the air'}