Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑλοτόμιον
ὑλότομος
ὑλοτόμος
ὑλοτραγέω
ὑλοτραφής
ὑλουργία
ὑλουργός
ὑλοφάγος
ὑλοφορβός
ὑλοφορέω
ὑλοφόρος
ὑλώδης
ὑλῷος
ὑλωρέω
ὑλωρός
Ὑμαίης
ὑμεδαπός
ὑμεῖς
ὑμέναιος
ὑμεναιόω
ὑμένινος
View word page
ὑλοφόρος
a wood-carrier
ShortDef
a wood-carrier
Debugging
Headword:
ὑλοφόρος
Headword (normalized):
ὑλοφόρος
Headword (normalized/stripped):
υλοφορος
IDX:
90230
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90231
Key:
Data
{'content': 'a wood-carrier'}