Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑλοτομικός
ὑλοτόμιον
ὑλότομος
ὑλοτόμος
ὑλοτραγέω
ὑλοτραφής
ὑλουργία
ὑλουργός
ὑλοφάγος
ὑλοφορβός
ὑλοφορέω
ὑλοφόρος
ὑλώδης
ὑλῷος
ὑλωρέω
ὑλωρός
Ὑμαίης
ὑμεδαπός
ὑμεῖς
ὑμέναιος
ὑμεναιόω
View word page
ὑλοφορέω
carry

ShortDef

carry

Debugging

Headword:
ὑλοφορέω
Headword (normalized):
ὑλοφορέω
Headword (normalized/stripped):
υλοφορεω
IDX:
90229
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90230
Key:

Data

{'content': 'carry'}