Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ὑλλεύς
Ὑλλίς
ὕλλος
Ὕλλος
ὑλοβάτης
ὑλόβιος
ὑλογενής
ὑλογράφος
ὑλοδρόμος
ὑλοζιδής
ὕλοι
ὑλόκομος
ὑλοκοπέω
ὑλοκόπος
ὑλομανέω
ὑλομανής
ὑλομαχέω
ὑλονόμος
ὑλόομαι
ὑλοποιός
ὑλόροδον
View word page
ὕλοι
silvicola

ShortDef

silvicola

Debugging

Headword:
ὕλοι
Headword (normalized):
ὕλοι
Headword (normalized/stripped):
υλοι
IDX:
90204
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90205
Key:

Data

{'content': 'silvicola'}