Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑλαῖος
ὑλακή
ὑλακόεις
ὑλακόμωρος
ὑλακτέω
ὑλακτητής
ὑλακτικός
ὑλασία
ὑλάστρια
ὑλάω
ὑλειώτης
ὑλέτης
ὑλεύς
Ὕλη
ὕλη
ὑλήεις
ὑληκοίτης
ὕλημα
ὑλητήρ
ὑληωρός
ὑλιβάτους
View word page
ὑλειώτης
a forester
ShortDef
a forester
Debugging
Headword:
ὑλειώτης
Headword (normalized):
ὑλειώτης
Headword (normalized/stripped):
υλειωτης
IDX:
90173
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90174
Key:
Data
{'content': 'a forester'}